- διπλωμάτης
- diplomate
Ελληνικό-Γαλλικό λεξικό. 2015.
Ελληνικό-Γαλλικό λεξικό. 2015.
διπλωμάτης — ο, η 1. επίσημος αντιπρόσωπος μιας κυβέρνησης σε ξένη χώρα. 2. ο επιδέξιος στις διαπραγματεύσεις και συναλλαγές και κατ’ επέκταση διπρόσωπος, πονηρός: Είναι διπλωμάτης στις επαγγελματικές του σχέσεις … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
διπλωμάτης — ο (θηλ. διπλωμάτις και διπλωμάτισσα, η) 1. επίσημος αντιπρόσωπος μιας κυβέρνησης σε ξένη χώρα 2. ανώτερος υπάλληλος που ασχολείται με εξωτερικές υποθέσεις τού κράτους 3. ο επιδέξιος σε συζητήσεις, συνεννοήσεις, συναλλαγές 4. ανειλικρινής,… … Dictionary of Greek
Σισιλιάνος, Δημήτριος — Διπλωμάτης και συγγραφέας (1876 1973). Διατέλεσε πρεσβευτής της Ελλάδας στην Ουάσιγκτον. Ως διπλωμάτης έφτασε ως το βαθμό του πρεσβευτή πρώτης τάξης. Ο Σ. διακρίθηκε και ως συγγραφέας. Τα κυριότερα έργα του τιτλοφορούνται Έλληνες αγιογράφοι μετά… … Dictionary of Greek
Βλάχος, Άγγελος — I (Αθήνα 1838 – 1920). Λογογράφος, πολιτικός και διπλωμάτης. Πήρε το δίπλωμα της νομικής στην Αθήνα (1859) και συνέχισε τις σπουδές του στη Γερμανία (1861 63). Κατά καιρούς κατέλαβε διάφορες ανώτερες θέσεις στον κρατικό μηχανισμό, υπηρέτησε ως… … Dictionary of Greek
μεταξάς — I Ονομασία δύο οικισμών. 1. Ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 440 μ., 69 κάτ.) στην πρώην επαρχία Μεσολογγίου του νομού Αιτωλοακαρνανίας. Βρίσκεται στο νότιο άκρο του νομού, στα δεξιά του ποταμού Εύηνου. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Μακρυνείας. 2.… … Dictionary of Greek
Ραγκαβής — Επώνυμο παλιάς βυζαντινής οικογένειας, από την οποία καταγόταν και ο αυτοκράτορας Μιχαήλ A’ ο Ραγκαβές. Άλλα σημαντικά μέλη της οικογένειας αυτής ήταν: 1. Αλέξανδρος Ρίζος (Κωνσταντινούπολη 1809 – Αθήνα 1892). Ποιητής, συγγραφέας, πανεπιστημιακός … Dictionary of Greek
μανός — I Επώνυμο παλαιότατης και ονομαστής οικογένειας της Κωνσταντινούπολης, μέλη της οποίας διακρίθηκαν στην πολιτική, κοινωνική και στρατιωτική ζωή από τον 17ο έως και τον 19ο αι. 1. Αλέξανδρος (1755 – 1815). Αξιωματούχος του Πατριαρχείου… … Dictionary of Greek
Γαλλία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Γαλλίας Έκταση: 547.030 τ.χλμ Πληθυσμός: 58.518.148 κάτ. (2000) Πρωτεύουσα: Παρίσι (2.125.246 κάτ. το 2000)Κράτος της δυτικής Ευρώπης. Συνορεύει στα ΝΑ με την Ισπανία και την Ανδόρα, στα Β με το Βέλγιο και το… … Dictionary of Greek
Γκρομίκο, Αντρέι Αντρέγεβιτς — (Andrey Andreyevich Gromyko, 1909 – 1989). Ρώσος πολιτικός και διπλωμάτης. Διετέλεσε σύμβουλος πρεσβείας (1939 43) και πρεσβευτής (1943 46) στην Ουάσινγκτον, μόνιμος εκπρόσωπος (1946 48) της πρώην ΕΣΣΔ στον OΗΕ και από το 1949 υφυπουργός και… … Dictionary of Greek
Δραγούμης — Επώνυμο οικογένειας από το Βογατσικό της δυτικής Μακεδονίας, μέλη της οποίας διακρίθηκαν στα γράμματα και στην πολιτική. 1. Ίων ή Ιωάννης (Αθήνα 1878 – 1920). Πολιτικός και συγγραφέας. Ήταν γιος του Στέφανου Δ. (βλ. 5.). Σπούδασε νομικά και… … Dictionary of Greek
Εστερχάζι — (Esterhάzy). Επώνυμο μιας από τις αρχαιότερες οικογένειες της Ουγγαρίας, που υποστηρίζεται ότι καταγόταν από τον Παύλο Εστόρα, απόγονο του Αττίλα. Η οικογένεια Έ. διαιρέθηκε σε διάφορους κλάδους, τους Γκάλανθα, Φράκνο, Τσέσνεκ και Ζόλιομ. Οι… … Dictionary of Greek